- Σαλαμινίων
- ΣαλαμίνιοςSalaminianfem gen plΣαλαμίνιοςSalaminianmasc/neut gen plΣαλαμίνιοςSalaminianmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αισχυτάδης — (τέλη 4ου – αρχές 3ου αι. π.Χ.). Στρατηγός των Σαλαμινίων που διακρίθηκε στον πόλεμο μεταξύ Αθηναίων και Κασσάνδρου, αλλά καταδικάστηκε αργότερα σε θάνατο από τους Αθηναίους επειδή παρέδωσε τη Σαλαμίνα στον Κάσσανδρο. Αναφέρεται και ως… … Dictionary of Greek
Βιρβίλης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αναγνώστης. Καταγόταν από τη Σαλαμίνα. Όταν σκοτώθηκε ο αρχηγός των Σαλαμινίων Γεώργιος Γκλύτσης στην έφοδο των Ελλήνων κατά της Ακρόπολης, ο Β. ανέλαβε την αρχηγία του σώματος σε συνεργασία με τον Ιωάννη Βιένα. 2.… … Dictionary of Greek